Επίλογος

Τα ποιήματα γίναν πουλιά, κάτασπρα περιστέρια.
Χαίρονται ελεύθερα να ζουν στον αδελφών τα χέρια.

Μην ψάξεις ποιος τα έγραψε, έπαινο μην του δώσεις,
Άλλος δίνει το χάρισμα, αίνο σ' Αυτόν να δώσεις.

Στα χέρια του τα τρυφερά άφησα την καρδιά μου,
Και 'κείνη τον ευγνωμονεί μέσα απ' τα ποιήματά μου!!

ΜΑΝΟΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΧΩΡΙΣ ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ




  Όσο περνάει ο καιρός κι οι μέρες δυσκολεύουν
Μειώνονται απ’ όλους οι χαρές , οι θλίψεις περισσεύουν
Δεν είναι λίγες οι φορές που ήθελα να ρωτήσω,
«Το τέλος Θεέ γιατί αργεί;» πρέπει να ομολογήσω.
Ίσως  κι εσείς το κάνατε  αυτό κάποια στιγμή
Θεωρώντας πως το τέλος θα ‘πρεπε να χει ‘ρθει
 Μα υπάρχει για το τέλος καιρός προσδιορισμένος
Γι αυτό ο προφήτης Αβακούμ ήτανε πεπεισμένος.
Στο δεύτερο κεφάλαιο και στο εδάφιο τρία
Σαφή μας δίνει συμβουλή αλλά και νουθεσία
Μας λέει να προσμένουμε γιατί ειν’ αληθινό
«Το τέλος δε θα αργήσει», λόγια από το Θεό
Τώρα ίσως κάποιος να σκεφτεί, χρόνια τ’ ακούω αυτά
Από παιδί πριν έρθουνε τα άσπρα τα μαλλιά
Μα αυτός ο τρόπος σκέψης μας αποκαρδιώνει
Και μεταξύ μας ίσως κάτι άλλο φανερώνει.
Μες στις πολλές παγίδες από το Σατανά
Είναι η αμφιβολία που βάζει στην καρδιά
Αν είμαστε φίλοι σίγουροι το τέλος πως ζυγώνει
Ο τρόπος που ζούμε σήμερα αυτό το φανερώνει!
Το έργο της τάξης του φρουρού σαν ολοκληρωθεί
Μας λέει ο Ιεχωβά το τέλος πως θα ‘ρθει.
Πρέπει να υποστηρίζουμε ενεργά αυτήν την τάξη
Στο Θεϊκό διορισμό για να ‘μαστε εντάξει
Την παρουσία της μέρας του Θεού
Ας έχουμε διαρκώς στο νου κι ας μην ανησυχούμε
Κι απ’ τον πιστό τον Νώε ας παραδειγματιστούμε
Σχεδόν πενήντα χρόνια οικογενειακώς
Μοχθούσαν να τελειώσει η ξύλινη κιβωτός
Σίγουρα η πίστη τους θα ήταν ισχυρή
Αφού κανείς στο παρελθόν δεν είχε δει βροχή
Κι όμως δεν αμφέβαλαν ούτε για μια στιγμή
Ο λόγος ξέραν του Θεού πως θα εκπληρωθεί
Αν οραματιστούμε για λίγο τη σκηνή
Ίσως κι εμείς να νοιώσουμε όπως ένοιωσαν κι αυτοί
Οι εργασίες τέλειωσαν κι ο ανεφοδιασμός
Τα ζώα μες την κιβωτό , μα ο καιρός καλός
Μπαίνοντας η οικογένεια μέσα στην κιβωτό
Η πόρτα η τεράστια κλείνει απ’ το Θεό
Πενήντα χρόνια δούλευαν για την κατασκευή
Μα αλήθεια, πώς θα ένοιωσαν εκείνη τη στιγμή;
Τα αφτιά τους  μια πρωτόγνωρη ακούνε μουσική
Στην ξύλινη τη στέγη χτυπώντας η βροχή
Μα το τραγούδι της βροχής μοιάζει να δυναμώνει
Σφυροκοπά την κιβωτό θαρρείς τη μαστιγώνει!
Σαν ουράνιος ωκεανός ο υδάτινος ο θόλος
Σκίζεται απ’ τον Ιεχωβά, στη γη χύνεται όλος
Τα μάτια της διάνοιας αν χρησιμοποιούμε
Πως επιπλέει η κιβωτός βεβαίως και θα δούμε
Ας φανταστούμε πως χτυπά του Νώε η καρδιά του
Καθώς θα σφιχταγκάλιαζε την οικογένεια του
Ευγνώμονες που ζούσαν μες τον κατακλυσμό
Χαρούμενοι που βάδισαν πιστά με τον Θεό
Έτοιμοι αποδείχτηκαν στα μάτια του Θεού
Ψήγμα αμφιβολίας δεν είχανε στο νου
Μοναδικού επιζώντες απ’ τον κατακλυσμό
Σωθήκαν γιατί υπάκουσαν στον Ύψιστο Θεό 
Παράλληλο του Νώε είσαι εσύ κι εγώ
Το τέλος περιμένουμε να ‘ρθει απ’ το Θεό
Την μέρα και την ώρα την ξέρει μόνο Αυτός
Αυτό το ‘χε τονίσει κι ο Ιησούς Χριστός
Αντί να αμφιβάλουμε    και πελαγοδρομούμε
Ας φροντίσουμε τη μέρα κρίσης του Θεού έτοιμοι να βρεθούμε
Κάθε αμφιβολία διώξτε την μακριά
Ζυγώνει κάθε μέρα το τέλος πιο κοντά
Τη μέρα την επόμενη του τέλους ας  φανταστούμε
Στην όχθη την αντίπερα όλοι μαζί να ζούμε
Γι αυτό ας ενισχύοθμε την πνευματικότητα μας
Διακρατώντας σταθερή την ακεραιότητά μας!!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου