Επίλογος

Τα ποιήματα γίναν πουλιά, κάτασπρα περιστέρια.
Χαίρονται ελεύθερα να ζουν στον αδελφών τα χέρια.

Μην ψάξεις ποιος τα έγραψε, έπαινο μην του δώσεις,
Άλλος δίνει το χάρισμα, αίνο σ' Αυτόν να δώσεις.

Στα χέρια του τα τρυφερά άφησα την καρδιά μου,
Και 'κείνη τον ευγνωμονεί μέσα απ' τα ποιήματά μου!!

ΜΑΝΟΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

Ο Ταξιδιώτης

Αν φύγω κάποτε μακριά, πέρα από κάμπους και χωριά,
Σε άγνωστο ταξίδι,
Κάνε τον πόνο σου βουνό, το κλάμα σου να ‘ναι βουβό,
Σταγόνα στον ωκεανό το δάκρυ σου να γίνει.
Εκεί που θάφτηκα μη ‘ρθεις μα θέλω να ονειρευτείς,
Πως έγινα ταξιδευτής , μια μέρα θα γυρίσω,
Στην αγκαλιά μου πιο σφικτά τότε να σε κρατήσω,
Τη δίψα από τα χείλη σου με δυο φιλιά να σβήσω.
Μην πεις ποτέ: Θεέ γιατί? Περπάτα απαλά στη γη,
Θυμήσου βρίσκομαι εκεί, μπορεί να με πληγώσεις,
Κι αυτό που χρόνια πίστευα μπορεί να μην το νοιώσεις.
Αν σου λείπει η συντροφιά μου, βγες μια βόλτα στο βουνό,
Την ηχώ απ’ τη φωνή μου θα τη βρεις στον ποταμό,
Τη ζεστή αναπνοή μου ζήτα την απ’ το Θεό!
Στάσου κάτω από τα δέντρα αφουγκράσου τον Βοριά,
Και το χάδι μου θα νοιώσεις στα λυτά σου τα μαλλιά,
Και της ρεματιάς τα’ αηδόνι, νύχτα αν έρθεις θα στο πει,
Ο δικός σου ταξιδιώτης με την Άνοιξη θα ‘ρθει.
Τις βελόνες απ’ τα πεύκα πρόσεχε γιατί γλιστρούν
Και τα’ αγκάθια απ’ τα λουλούδια γιατί εύκολα τρυπούν.
Μα αν τύχει και ματώσει, μη βιαστείς να σκουπιστείς,
Μοναχά δύο σταγόνες ρίξε αν θέλεις καταγής.
Ξέρω ότι θα φυτρώσουν κρίνα κόκκινα εκεί,
Για να βρεις το μονοπάτι μην τυχόν και μου χαθείς.
Αν διψάσεις απ’ το βράχο τρέχει γάργαρο νερό
Αν θα πιεις ίσως μπορέσω τα δυο χείλη να γευτώ.
Μα όταν Άνοιξη ζυγώσει θα σε περιμένω εδώ,
Με μια αγκαλιά από κρίνα τότε θα σε υποδεχτώ!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου