Επίλογος

Τα ποιήματα γίναν πουλιά, κάτασπρα περιστέρια.
Χαίρονται ελεύθερα να ζουν στον αδελφών τα χέρια.

Μην ψάξεις ποιος τα έγραψε, έπαινο μην του δώσεις,
Άλλος δίνει το χάρισμα, αίνο σ' Αυτόν να δώσεις.

Στα χέρια του τα τρυφερά άφησα την καρδιά μου,
Και 'κείνη τον ευγνωμονεί μέσα απ' τα ποιήματά μου!!

ΜΑΝΟΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

Φως στο Σκοτάδι

Σε μια ομάδα αδελφών με περιορισμούς,
Θέλω να αφιερώσω το ποίημα σε τυφλούς.
Μα θέλω ιδιαίτερα να το αφιερώσω, σε κάποια
που η εμπειρία της μ'έκανε να βουρκώσω.

Συνέλευση περιοχής, θαρρώ η ώρα δέκα,
Στο βήμα ο Μιχαλόπουλος, δίπλα η Νικολέτα.
Την εμπειρία άκουσα με προσοχή εγώ,
Κι έγινε η αιτία για να συγκινηθώ.

Στο ποίημα αυτό, στη θέση σου μπαίνω για λίγο εγώ
μ'αυτό τον ιδιαίτερο τον περιορισμό.
Χρειάστηκε τα μάτια μου πολλές φορές να κλείσω,
Μα κάπου κάπου τ'άνοιγα, το δάκρυ να σκουπίσω.

Τα πάντα είναι δύσκολα, αυτή είν' η αλήθεια
Αφού και για να πιω νερό, χρειάστηκα βοήθεια.
Σκέφτομαι αν γεννιόμουνα μες στη ζωή τυφλός,
Τις καταστάσεις θα 'νιωθα ίσως κάπως αλλιώς.

Μα λέω στον εαυτό μου πως είμαι τυχερός,
Ότι έχω δει δεν είδε ο εκ γενετής τυφλός.
Βεβαίως αν συμβεί αυτό σε νεαρή ηλικία,
Επηρεάζει άμεσα και την ψυχολογία.

Μια απλή διαδρομή που 'κανα με τα πόδια
Έγινε αγώνας αντοχής με φυσικά εμπόδια.
Αν λόγω της ατέλειας έχασα εγώ το φως,
Πιστέψτε ότι αισθάνομαι πως δεν είμαι τυφλός.

Έχω ένα φως μες στην καρδιά και στη διάνοιά μου,
Μου το'δωσε ο Πατέρας μου που βρίσκεται κοντά μου.
Αυτός το χέρι μου κρατά, αυτός με εμψυχώνει
Μου ψιθυρίζει τρυφερά, η ώρα πως ζυγώνει.

Μου λέει, θυμήσου τον Ιησού σαν ήτανε στη γη,
Κοντά του θεραπεύτηκαν κουτσοί μα και τυφλοί.
Μα όλα αυτά προσκίαζαν τι πρόκειται να 'ρθει.

Μα τούτο εδώ το σύστημα είναι του Σατανά,
Μας επιφέρει βλάβες και όλους μας πονά.
Κάποιοι χάσανε τη φωνή, άλλοι την όρασή τους,
Άλλοι χάνουν την ακοή και άλλοι τη ζωή τους.

Εφόσον όλα χάνονται στην ατελή ζωή μας,
Να μη χαθεί, παλεύουμε, στον Γιαχ η υπόστασή μας.
Τα μάτια της διάνοιας κρατούμε καθαρά,
Μην τύχει και θολώσουνε, αλλοίμονο σ'εμάς!

Τότε θα μοιάζουμε μ'αυτούς που ζούνε στο σκοτάδι,
είδαν το δρόμο της ζωής, μα διάλεξαν του Άδη.
Γι'αυτό αγωνιζόμαστε, μη μοιάσουμε μ'αυτούς,
Και ας δυσκολευόμαστε απ'τους περιορισμούς.

Αν και τυφλοί το βλέπουμε το χέρι του Θεού,
Τον κάνουμε να χαίρεται, να λέει Εκεινού
Που ψάχνει αιτία για να βρει, για να τον ονειδίσει,
Ότι δεν τα κατάφερε να μας παροδηγήσει.

Και αυτός δεν είναι άδικος, κρατά λογαριασμό,
Βραβείο θα μας δώσει σε σύντομο καιρό.
Τελειώνοντας το ποίημα αυτό, θέλω να ευχηθώ,
Στο νέο κόσμο του Θεού, όλους σας να σας δω.

Στη Νικολέτα και σ'εσάς που τόσο αγαπώ,
Μια σκέψη του μυαλού μου θέλω να μοιραστώ.
Στα πιο όμορφα ταξίδια μου που'ναι τα νοερά,
φροντίζω να 'χω πάντοτε τα μάτια μου κλειστά.
Τα πιο ωραία πράγματα μπορείς κι εσύ να δεις
Κι ας είν' τα μάτια σου κλειστά, στο λέει ο Ποιητής!!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου