Επίλογος

Τα ποιήματα γίναν πουλιά, κάτασπρα περιστέρια.
Χαίρονται ελεύθερα να ζουν στον αδελφών τα χέρια.

Μην ψάξεις ποιος τα έγραψε, έπαινο μην του δώσεις,
Άλλος δίνει το χάρισμα, αίνο σ' Αυτόν να δώσεις.

Στα χέρια του τα τρυφερά άφησα την καρδιά μου,
Και 'κείνη τον ευγνωμονεί μέσα απ' τα ποιήματά μου!!

ΜΑΝΟΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

Άγγιγμα Αλήθειας

Ψυχή μου απ’ τα προβλήματα γύρευες ηρεμία
Σε μανιασμένη θάλασσα έψαχνες νηνεμία
Τα δάκρυα ξεθώριασαν όλα τα όνειρά μου
Και ‘κείνους που αγάπησα φύγαν από κοντά μου
Το σώμα μου ρούχο φθηνό φθείρεται και παλιώνει
Καθρέφτης δίχως ενοχές το επιβεβαιώνει
Το σήμερα χειρότερο είναι από το χθες
Η μοναξιά το νου μου έπνιγε μ’ ενοχές
Το βήμα έσερνα βαρύ κι ένιωθα τόσο μόνος
Η απελπισία σύντροφος, συγκάτοικος κι ο πόνος
Μες του τσιγάρου τον καπνό και στου αλκοόλ τη ζάλη
Πριν επουλώσω μια πληγή, στο σώμα άνοιγα άλλη
Μα ξάφνου φάνηκες εσύ κι άγγιξες την καρδιά μου
Κι όλα τα γκρίζα σύννεφα έδιωξες μακριά μου
Μες τον χειμώνα τον βαρύ έγινες καλοκαίρι
Να μην σκοντάψω πρόσεχες, μου κράταγες το χέρι
Στην αμαρτία δέσμιος χρόνια φυλακισμένος
Σύντριψες τα δεσμά μου εσύ κι είμαι ελευθερωμένος
Τα όνειρα μου τα θαμπά έγιναν προσδοκία
Για ένα αύριο λαμπρό που θα ‘ναι ευλογία
Εκεί ο πόνος δεν θα βρει θέση για να υπάρχει
Θα ανήκουνε στο παρελθόν τα μίση Και τα πάθη
Τότε το σώμα το παλιό δεν θα ’ναι πια φθαρμένο
Κουστούμι θα ‘ ναι, ή φόρεμα με νιάτα κεντημένο
Και κείνους που ο θάνατος κρυφά τους είχε κλέψει
Στα αγαπητά τους πρόσωπα όλους θα επιστρέψει
Τη νύχτα εκείνη σίγουρα τα φώτα δεν θα σβήσουν
Με κείνους που θ’ αναστηθούν όλοι θα ξενυχτήσουν
Τότε οι άνθρωποι της γης θα ζουν ευτυχισμένοι
Σύνορα θα καταργηθούν θα ‘ναι όλοι αγαπημένοι
Ευγνώμων σου είμαι Ιεχωβά που βρήκα την αλήθεια
Γι αυτό και την φυλάκισα βαθιά μέσα στα στήθια
Μα ώσπου να ‘ρθει η χαραυγή της Νέας τάξης Θεέ μου
Να γράφω ποιήματα εγώ αν θες επίτρεψέ μου
Την δόξα σου να εξυμνώ μα και το Βασιλιά σου
Όσο η καρδιά μου θα χτυπά θ’ αγιάζω το Όνομά σου!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου