Επίλογος

Τα ποιήματα γίναν πουλιά, κάτασπρα περιστέρια.
Χαίρονται ελεύθερα να ζουν στον αδελφών τα χέρια.

Μην ψάξεις ποιος τα έγραψε, έπαινο μην του δώσεις,
Άλλος δίνει το χάρισμα, αίνο σ' Αυτόν να δώσεις.

Στα χέρια του τα τρυφερά άφησα την καρδιά μου,
Και 'κείνη τον ευγνωμονεί μέσα απ' τα ποιήματά μου!!

ΜΑΝΟΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

Αρμαγεδδών

Να ταξιδεύει έπιασα το νου πάλι εχθές
Αιτία ο άγριος καιρός βροντές και αστραπές.
Κάπου κοντά στο σπίτι μου πέφτει αστροπελέκι
Θόρυβος εκκωφαντικός άρχισε και να βρέχει.

Ο άνεμος λυσσομανά τα πάντα παρασέρνει
Μία βοή σαν ουρλιαχτό από τις γρίλιες φέρνει.
Το ρεύμα διακόπηκε παντού βαθύ σκοτάδι
Τόξα από τις αστραπές φωτίζουνε το βράδυ.

Ανάβοντας ένα κερί το χώρο μου να φέξω
Κοιτώ απ’ το παράθυρο ψυχή δεν είναι έξω.
Ο δρόμος μπρος το σπίτι μου χείμαρρος έχει γίνει
Κλαδιά και πέτρες κουβαλά τίποτε δεν αφήνει.

Πολύ δεν ήθελε ο νους ν’ αρχίσει το ταξίδι
«πώς θα ‘ναι ο ΑΡΜΑΓΕΔΩΝ? πώς θα ‘ναι η μέρα κείνη?
Λέει η Γραφή θ’ αποψυχούν οι άνθρωποι απ’ το φόβο
Ποιος ξέρει τι θα δουν κι αυτοί που θα τους φέρει τρόμο!

Λέει πως θα διαλυθούν της φύσης τα στοιχεία
Μα θα ‘ν’ αργά για υπακοή στη Θεία Κυριαρχία.
Μία ερώτηση στο νου απάντηση ζητά
ξέρω αναρωτηθήκατε και σεις κάποια φορά:

Πού θα μας βρει όλους εμάς εκείνη η ημέρα?
Θα ‘ναι πρωί ,απόγευμα, μήπως δε θα ναι μέρα?
Την απορία σας αυτή θα ήθελα να λύσω Μα!
Σε τούτη την ερώτηση δεν ξέρω ν’ απαντήσω.

Σας προσκαλώ όμως εσάς μαζί μου για να ‘ρθείτε
Τα μάτια της διάνοιας μόνο θα χρειαστείτε.
Κύμα διωγμού επικρατεί σ’ ολόκληρη τη γη
Το έργο απαγορεύτηκε αιτία οι κληρικοί.
Οι τόποι της λατρείας μας έχουνε κλειδωθεί
Τις συναθροίσεις στα κρυφά κάνουν οι αδελφοί.

Σήμερα η συνάθροιση ήταν ξεχωριστή
Διαβάστηκε σε όλους μας μία επιστολή.
Στους χώρους της συνέλευσης κ’ αίθουσες Βασιλείας
Πρέπει να πάμε γρήγορα χωρίς αργοπορία.

Στον δρόμο προς την αίθουσα κοιτώ τον ουρανό
Φαίνεται πως θα εκραγεί. Σύντομα περπατώ!
Αναρωτιέμαι οι άνθρωποι δε βλέπουν τα σημεία?
Είν’ όλοι πολυάσχολοι δε δίνουν σημασία.

Σαν κλέφτης θα ‘ρθει πάνω τους η μέρα του Κυρίου
Σκέφτομαι ‘γω καθώς κοιτώ την πόρτα του κτηρίου.

Οι αίθουσες είναι ανοιχτές κατά περίεργο τρόπο
Μικροί, μεγάλοι και παιδιά πλημμύρισαν τον τόπο.
Κάποια στιγμή σταμάτησαν να μπαίνουν αδελφοί
Την πόρτα κάποιος κλείδωσε, πήρε και το κλειδί.

Περάσαμε στις αίθουσες γεμάτοι απορία
Ο προεδρεύον μας καλεί όλους σε υμνολογία.
Ο ύμνος καθώς έκλεινε ακούστηκαν κραυγές
Χάθηκαν όμως γρήγορα από τις αστραπές

Από παράθυρο ψηλό φαίνεται η σελήνη
Κόκκινη κατακόκκινη λες κι αίμα έχει γίνει
Ακούμε ποδοβολητό σαν καλπασμό αλόγων
Δεν θα εκπέσει ούτε εις των θεϊκών των λόγων.

Ο πόλεμος του Ιεχωβά μόλις έχει αρχίσει
Είναι ο γνωστός Αρμαγεδών που είχαν αγνοήσει.
Κανένας έξω δεν κοιτά το αποφεύγουν όλοι
Νοιώθουμε ισχυρό σεισμό να γίνεται στην πόλη.

Τα κτίρια φλεγόμενα τη νύχτα κάνουν μέρα
Τα είχαν κάνει απόρθητα μα όχι για αυτή τη μέρα.
Τεράστιοι χαλαζόλιθοι χτυπούν πάνω στη γη
Η νύχτα όσο προχωρά είναι τρομακτική.

Τρέξαν στα καταφύγια και κρύφτηκαν εκεί
Πίστεψαν η ζωή τους θα ήταν ασφαλής.
Χαράδρες ανοίχτηκαν στη γη όμως απ’ τους σεισμούς
Στα έγκατά της κράτησε όλους τους πονηρούς.

Ανατριχίλα στο κορμί φέρνει η προσευχή
Που αναπέμπει αδελφός με ένθερμη φωνή.
Ρίγη από συγκίνηση μας έχουν κυριεύσει
Όλοι κάτι θέλουν να πουν κι όμως δε βγαίνει λέξη.

Οι δείκτες στο ρολόι μου έχουνε σταματήσει
Πρέπει να ‘ναι χαράματα , αρχίζει να φωτίζει.
Κάποιοι αδελφοί κοιμήθηκαν είν’ αποκαμωμένοι
Ιδίως τα μικρά παιδιά κι οι ηλικιωμένοι.

Ο αδελφός που κλείδωσε την πόρτα τώρα ανοίγει
Όλοι μας στο προαύλιο βγαίνουμε λίγοι-λίγοι.

Παντού βλέπω χαλάσματα κάποια απ’ αυτά καπνίζουν
Το φως της μέρας τα ‘κανε καλά να ξεχωρίζουν.

Τα πρώτα δάκρυα χαράς τρέχουν στο πρόσωπό μας
Γονατιστοί ευχαριστώ θα πούμε στο Θεό μας.

Κραυγές χαράς από παντού έχουνε αντηχήσει
Η ΜΕΡΑ Η ΕΠΟΜΕΝΗ μόλις έχει αρχίσει.

Τον τίτλο αυτό θα δώσω εγώ στο επόμενο μου ποίημα
Γιατί αυτό τελείωσε Μην πείτε όμως κρίμα!
Το κρίμα ανήκει κάπου αλλού ΟΧΙ στους επιζώντες
Την Μέρα την Επόμενη θα είμαστε Παρόντες.

ΑΜΗΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου